Απόγευμα·
Κι όπως ο ήλιος ξεπεζεύει το άρμα του
Και ξαπλώνει πίσω από τα βουνά
Της Αίτνας
Κι η μικρή αυτή πόλη
Η μεγάλη λεωφόρος των Ονείρων εδώ
Φωτίζεται περίλαμπρη υπό το θριαμβεύον σκοτάδι
Χαίρομαι για το opus που ξετυλίσσεται
Τώρα που έπεσαν κι οι τελευταίες νωχελικές πινελιές
Κι είναι απορίας άξιον πώς είσαι τόσο μόνη σου, και τόσο
Μαζί μου: Τόσο ανεξάρτητη, τόσο αδάμαστη, τόσο ωραία.
Ο Έρως περίλαμπρος εκτόξευε τα βέλη του
Από τη χρυσή του φαρέτρα, προς όλες τις κατευθύνσεις
Και με συνέδεσε με το λαμπρότερο άστρο, το εγγύτερο
-Και συνάμα τόσο μακρινό -
Αστέρα.
Μα δεν είναι πια η ώρα για θεούς κι αγγέλους -
Δεν πάτησε στη γη πιο γενναίο, πιο άγριο πλάσμα από τον άνθρωπο.
Μπροστά μου το δέντρο ορθώνεται αγέρωχο
Και μέσα από τα πλουμιστά κλαδιά του
Ο ήλιος παιχνιδίζει στους τοίχους του σπιτιού μου
Και τα σχήματα που ραίνει είσαι εσύ -
Απόδειξη ότι ήσουν εδώ.
Ας αφήσουμε το πώς πρέπει να γράφεις -
Η ποίηση παίρνει το ύφος που θέλεις εσύ
Για αυτό κι η ποίησή μου
Ενσαρκώνει εσένα, ω puella
Όπως είπε από την εξορία κι ο Ρωμαίος,
Ο έρωτας είναι πόλεμος
Κι ο στρατευμένος αγαπά διπλά
Παρατήρησα πως η ποίησή μου
Έχει Μούσα εσένα
Έλα ξανά, Τέχνη της Ποιήσεως,
Και δώσε μου πάλι πνοή
Γιατί οι καιροί είναι τόσο αντιποιητικοί
Κάνε με να υμνώ τον πολυμήχανο λαό
Που, σαν κι εμένα, παλεύει για τα όνειρά του
Όρθιος, δάδα ελπίδας μες στο σκότος
Και ξαπλωμένος κάτω από το δέντρο,
Τον έναστρο ουρανό
Στήνει καζούρα στην πλατεία η γαλαρία
Σε τρίτη σύνοδο Αφροδίτη κι Ουρανός
Τέσσερις τοίχοι η καινούρια μου εξορία
Δε φταις εσύ, δε λέει συγγνώμη ο κεραυνός
Κι όπως ο ήλιος ξεπεζεύει το άρμα του
Και ξαπλώνει πίσω από τα βουνά
Της Αίτνας
Κι η μικρή αυτή πόλη
Η μεγάλη λεωφόρος των Ονείρων εδώ
Φωτίζεται περίλαμπρη υπό το θριαμβεύον σκοτάδι
Χαίρομαι για το opus που ξετυλίσσεται
Τώρα που έπεσαν κι οι τελευταίες νωχελικές πινελιές
Κι είναι απορίας άξιον πώς είσαι τόσο μόνη σου, και τόσο
Μαζί μου: Τόσο ανεξάρτητη, τόσο αδάμαστη, τόσο ωραία.
Ο Έρως περίλαμπρος εκτόξευε τα βέλη του
Από τη χρυσή του φαρέτρα, προς όλες τις κατευθύνσεις
Και με συνέδεσε με το λαμπρότερο άστρο, το εγγύτερο
-Και συνάμα τόσο μακρινό -
Αστέρα.
Μα δεν είναι πια η ώρα για θεούς κι αγγέλους -
Δεν πάτησε στη γη πιο γενναίο, πιο άγριο πλάσμα από τον άνθρωπο.
Μπροστά μου το δέντρο ορθώνεται αγέρωχο
Και μέσα από τα πλουμιστά κλαδιά του
Ο ήλιος παιχνιδίζει στους τοίχους του σπιτιού μου
Και τα σχήματα που ραίνει είσαι εσύ -
Απόδειξη ότι ήσουν εδώ.
Ας αφήσουμε το πώς πρέπει να γράφεις -
Η ποίηση παίρνει το ύφος που θέλεις εσύ
Για αυτό κι η ποίησή μου
Ενσαρκώνει εσένα, ω puella
Όπως είπε από την εξορία κι ο Ρωμαίος,
Ο έρωτας είναι πόλεμος
Κι ο στρατευμένος αγαπά διπλά
Παρατήρησα πως η ποίησή μου
Έχει Μούσα εσένα
Έλα ξανά, Τέχνη της Ποιήσεως,
Και δώσε μου πάλι πνοή
Γιατί οι καιροί είναι τόσο αντιποιητικοί
Κάνε με να υμνώ τον πολυμήχανο λαό
Που, σαν κι εμένα, παλεύει για τα όνειρά του
Όρθιος, δάδα ελπίδας μες στο σκότος
Και ξαπλωμένος κάτω από το δέντρο,
Τον έναστρο ουρανό
Στήνει καζούρα στην πλατεία η γαλαρία
Σε τρίτη σύνοδο Αφροδίτη κι Ουρανός
Τέσσερις τοίχοι η καινούρια μου εξορία
Δε φταις εσύ, δε λέει συγγνώμη ο κεραυνός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου