Κι έτσι ξεκίνησε η Μάχη:
Κι οι δυο πλευρές παραταγμένες ίσα
κάτω από την παγερή σιωπή.
Οι στάλες της βροχής μόνο διέκοπταν τον ήχο από τους χτύπους της καρδιάς
και θόλωναν το τοπίο των μελλοθάνατων
Το φως έμπαινε μέσα από τα σπασμένα σύννεφα -
Ανάκλαση της ελπίδας του καθενός -
Κι ερχόταν ορμητικό, εκτυφλωτικό,
- Ίσως με μία δόση αισιοδοξίας.
Ίσως, λένε οι επαναστάτες μέσα στην απελπισία τους,
Υπάρχει η ελπίδα.
Οι επαναστάσεις χτίζονται πάνω στην ελπίδα, άλλωστε. Επιτυγχάνουν με τη σιγουριά. -
Κι έξαφνα, μέσα στη σιωπή του βροχερού αυτού μεσημεριού,
Εμφανίζεται αυτός. Μία σκιώδης φιγούρα, μαύρη κι απόκοσμη σαν το θάνατο τον ίδιο.
Όλα σκοτείνιασαν, όλα σταμάτησαν.
Ο καθένας φοβήθηκε, ανεξαρτήτου στρατοπέδου
Γιατί ένιωσαν, σαν παγερό μανδύα να τους αγκαλιάζει τα κόκκαλα,
Το φόβο, την οργή, το μίσος για καθετί ζωντανό. Τον επικείμενο θάνατό τους.
Σήκωσε το όπλο του, κι έδωσε τη διαταγή για να ξεκινήσει
ο Χαμός.
Κι οι δυο πλευρές παραταγμένες ίσα
κάτω από την παγερή σιωπή.
Οι στάλες της βροχής μόνο διέκοπταν τον ήχο από τους χτύπους της καρδιάς
και θόλωναν το τοπίο των μελλοθάνατων
Το φως έμπαινε μέσα από τα σπασμένα σύννεφα -
Ανάκλαση της ελπίδας του καθενός -
Κι ερχόταν ορμητικό, εκτυφλωτικό,
- Ίσως με μία δόση αισιοδοξίας.
Ίσως, λένε οι επαναστάτες μέσα στην απελπισία τους,
Υπάρχει η ελπίδα.
Οι επαναστάσεις χτίζονται πάνω στην ελπίδα, άλλωστε. Επιτυγχάνουν με τη σιγουριά. -
Κι έξαφνα, μέσα στη σιωπή του βροχερού αυτού μεσημεριού,
Εμφανίζεται αυτός. Μία σκιώδης φιγούρα, μαύρη κι απόκοσμη σαν το θάνατο τον ίδιο.
Όλα σκοτείνιασαν, όλα σταμάτησαν.
Ο καθένας φοβήθηκε, ανεξαρτήτου στρατοπέδου
Γιατί ένιωσαν, σαν παγερό μανδύα να τους αγκαλιάζει τα κόκκαλα,
Το φόβο, την οργή, το μίσος για καθετί ζωντανό. Τον επικείμενο θάνατό τους.
Σήκωσε το όπλο του, κι έδωσε τη διαταγή για να ξεκινήσει
ο Χαμός.