Αποσπερίτης... κατά φαντασία

Αποσπερίτης... κατά φαντασία

Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2017

Ο θεός των μικρών πραγμάτων

Σβήσε τα κεριά σου
Και ντύσου καλά
Από την τρισάθλια παράγκα
Θα ανέβουμε στον ουρανό

Θα ξεχάσουμε της μάνας μας τους πόνους
Τις δικές μας σκοτούρες τις βαριές
Το παρελθόν μην το αναπολείς
Αν παρόν δεν θέλεις να το ξανακάνεις

Ας πάμε λίγο νότια

Προς το ποτάμι στις δώδεκα βαγιές
Να ξεφύγουμε σε μια πραγματικότητα ανώτερη
Όπου ο Τζιμ δε μπορεί να σε βρει

Αχ, Λώρα μου, πολλοί επίδοξοι σε προσέγγισαν

Πολλοί τσαρλατάνοι σε περιτριγύρισαν
Ανήμπορη να περπατήσεις, σε έβαλαν να χορεύεις
Και στην προθήκη ο μονόκερος να παραμένει μοναχός



Η ομορφιά δεν έχει μάτια
Η μουσική παίζει χωρίς να κρίνει
Η ζωή θα συνεχίσει, παρά τον πόνο
   που θεωρούμε πως είναι πολύ βαρύς
   πια να αντέξουμε
Γιατί ο κόσμος απόψε φωτίζεται από αστραπές

Σάββατο 23 Δεκεμβρίου 2017

Αγώνας ταχύτητας

Η σιγαλιά παίρνει φωτιά
Κάτω απ' το φως της νύχτας
Άμαξα μεγάλης ταχύτητας
Σε μια διαδρομή που παγώνει στο χρόνο

Μεταμοντέρνα αποικοδόμηση
Μιας ρομαντικής ηλικίας
Ξεγυμνωμένες προσπάθειες
Μινιμαλισμού σε λα μινόρε

(Όταν προσπαθείς να μιλήσεις έτσι, δε μπορείς να φανταστείς πόσο ψεύτικο ακούγεται)

Ο ήλιος δεν ανατέλλει ζεστός
Ή εγώ δεν τον αισθάνομαι πια
Μια ψύχρα που διαπερνά την ύπαρξη
Κατέβηκε απόψε


Η ζωή μου αλλάζει

Δε μπορώ να θυμηθώ
Πού υπήρχα πριν
Την άβυσσο των ματιών σου

Ενστικτωδώς με τραβάς

Σε μέρη μυστικά κι απόμερα
Μακρυά από τα ασήμαντα
Μάτια των υπολοίπων



Ζήτα μου να σου απαγγείλω

Όλη την Ποίηση
Όχι το Μονόγραμμα - όχι

Δεν είναι για σένα

Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2017

Τα προσόντα της παρακμής

Αθόρυβα βήματα
Ηχούν εκκωφαντικά
Και παράξενα
Στο ξύλινο πάτωμα

Ένα πορφυρό ρυάκι
Στάζει από τον τοίχο
Κάτω από μία φωτογραφία μας
Σε σχήμα σταυρού

Οι καιροί αλλάξαν
Η εικόνα παραμένει η ίδια
Το τίποτα τείνει στο μηδέν
Σε ένα τώρα που εκτείνεται στο άπειρο

Μέσα στα σκοτεινά
Και γνώριμα δωμάτια
Παραπατώντας προσεγγίζω τα προσόντα της παρακμής
Η κραυγή μου, πνιχτή, χάνεται σ' ένα ονειρικό τοπίο

Ξεχασμένες υποσχέσεις
Η νύχτα περιμένει
Μια πράξη απελπισμένης αυτοπεποίθησης
Φιλί του Ιούδα

Οι φλόγες γλύφουν τις πληγές μου

Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2017

Panic Attack

Overwhelmed by this complex delirium


Θα έρθει ένα υπέροχο καλοκαιρινό απόγευμα
Μαγεμένος θα ατενίζω τη θάλασσα
Ένα δάκρυ, λευκό και θλιμμένο διαμάντι
Θα πέσει στο πάτωμα
Κι εγώ θα είμαι νεκρός


Φοβάμαι
Το θύμα σαν κοιτάει το θύτη αναλογίζεται ποιος φοβάται
Και ποιος πονάει
Πιο πολύ

Ανηλεής υστερία

Θα πεθάνω
Και δε θα έχω ζήσει όπως ήθελα
Δε θα έχω αγναντέψει το ηλιοβασίλεμα
Το δρόμο
Την άβυσσο των ματιών σου

Τρέχω, αγωνίζομαι να σώσω την πνοή μου

Κατακλυσμένος από ένα σύνθετο παραλήρημα

Κι ο θύτης και το θύμα φοβούνται
Κι ο κριτής είναι ο καθρέπτης
Παραμορφώνομαι, μα η ανάκλαση ακριβής
Το σχέδιο που δεν έβαλα ποτέ

Και πότε θα ξημερώσει η δικαίωσή μου;
Πότε κάποιος θα μου πει ότι έκανα το σωστό;
Ένα κερί δίπλα στο κρεβάτι συνεχίζει να λιώνει
Απόδειξη για το αντίθετο

Πώς θα σωθώ;
Εγκλωβισμένος σε εσωτερική φυλακή
Κελί του μυαλού μου
Σε έναν ελεύθερο κόσμο
Όπου η μόνη μας ελεύθερη επιλογή
Είναι πόσο μισοί θα ζούμε

Σβήνω το κερί και το χύνω πάνω μου
Το σώμα μου ακινητοποιείται
Διατηρεί τη μορφή που πάντα ήθελα
Και ποτέ δεν είχα

¨Ενα δόντι καρφωμένο στο χέρι
Πονάει κι αυτόν που δάγκωσε
Ο λύκος είναι μόνος του
Για να μην τον δει κανείς να κλαίει στο σεληνόφως

Θύλακες του εγκεφάλου εκρήγνυνται
Ένα συναίσθημα παράγωγο, πλέκει χίλια ακόμα
Κρεμασμένος από την αορτή σε έναν πέτρινο τοίχο
Αναζητώ ένα καθάριο άσπρο φως που δεν έρχεται

Σκόρπισέ με στη θάλασσα
Σε μία ελευθερία που δε γνώρισα
Στο πρώτο καράβι που θα μπεις, πέτα το δαχτυλίδι μου
Στην κυρά της λίμνης, επιστρέφω