Εγένετο φως.
Η πρώτη φωνή που αντιλάλησε στο Άβαλον
Ο μυθικός κόσμος που περικλύει
Το άφταστο νόημα της ζωής.
Δοξασίες, δεισιδαιμονίες κι όνειρα χαμένα
Κατέτρυχαν το δαίμονα του Ιερού του Βράχου.
Οι άρχοντές του έφυγαν, ταξίδεψαν μακρυά
Κατατρεγμένοι απο τη θωριά του Σκοτεινού Ιππότη
Δοξάστηκαν βασανιστικά
Και δεν ανέβηκαν στο βελούδινο ουρανό
Οι ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης.
Κρυμμένος στην Άβυσσο του Χάους
Ελλοχεύει να δράσει την κατάλληλη στιγμή.
Ο κόσμος δεν είναι παρά ένας αμνός επί σφαγή
Υπό το απαλό φως του Αποσπερίτη.
Μα ποιος ήταν ο Ιππότης αυτός;
Ο φόβος.
Ο σκοτεινός μισάνθρωπος εαυτός μας
Που εκούσια παρασιτεί
Και την τρέλα μας μάς κλέβει.
Και πάντοτε προσπαθούμε
Από το βασίλειο να βγει
Που δεν καταλαβαίνουμε ότι
Βασιλιάς κι εξόριστος ο ίδιος είναι εαυτός.
Μαύρος ήλιος ξημέρωσε
Χάθηκε στα σύννεφα των χαμένων ονείρων
Που όλοι νομίζουμε πως γίνανε ομίχλη
Και τη χαρά μας καταπατούν.
Και το Άβαλον
Ακριβοθωρητο
Ένα όνειρο απατηλό.
Ερημώθηκε πια από κάθε λογής ζωή.
Μόνον οι πέτρες ξαναλένε
Το παραμύθι των Ιπποτών.
Πέρασαν, έμειναν κι έφυγαν μακρυά
Στον Παράδεισό τους φίλοι και στην Κόλαση εχθροί.
απλώς ονειρικό*
ΑπάντησηΔιαγραφή